«Πνίγομαι!» να ουρλιάζω. Και το ουρλιαχτό να απλώνεται στο πρόσωπό μου. Σαν μια πεταλούδα που ξεψύχησε κατω από τα μάτια μου. Να κυκλοφορώ με τα κόκκινα φτερά της πάνω στα μάγουλά μου.
«Έχω ανάψει! Καίγομαι!» να συνεχίζω με όση φωνή μου έμεινε.
Και τα χέρια να σφίγγουν πιο δυνατά. Έπεσα αποκαμωμένη από την πάλη σε ύπνο βαθύ. Εκεί η πεταλούδα μάζεψε τα φτερά της και στάθηκε στις βλεφαρίδες μου.
«Οι φωνές σου με ξύπνησαν» μου είπε.
«Μα νόμιζα ότι ήσουν νεκρή» την κοίταξα με απορία.
«Και εγώ νόμιζα ότι κόντευες να πεθάνεις» συνέχισε η πεταλούδα. «Έτσι που σε είδα να έχεις αρπάξει το λαιμό σου με τα ίδια σου τα χέρια σου».
«Μα κάποιος ήθελε να με πνίξει».
«Δεν υπάρχει κανείς εδώ. Είσαι μόνη σου».
Και τοτε ξύπνησα με δάκρυα. Η μοναξιά έγινε το ξυπνητήρι μου. Άφησα τα χέρια ελεύθερα χωρίς να θέλω να το κλείσω. Εκείνο το ξυπνητήρι θα χτυπούσε για καμπόσο καιρό ακόμα.
Μα δεν θα πάλευα με τα χέρια μου πια, για να το απενεργοποιήσω. Τα χέρια μου είχαν μόλις γίνει τα φτερά της πεταλούδας. Θα ήταν ελεύθερα να εκφραστούν. Θα έπιαναν το μολύβι και θα έγραφαν. Θα έδιναν ένα χάδι στο μάγουλό μου.
Όσο κι αν ήθελαν να σμίξουν με άλλα χέρια, δεν ήταν ακόμα η ώρα για το μαζί. Έπρεπε να νιώσουν την ελευθερία μες στη μοναξιά. Να φτιάξουν μια βάση απ' όπου θα πετούσαν με αέρα εξερεύνησης.
Προς το παρόν θα τα δεις να κάθονται τα βράδια στα βοτσαλάκια κρατώντας ένα μολύβι. Μπορεί να γράφουν για τα αστέρια, μπορεί να γράφουν για την καμένη γη. Μα σίγουρα δεν μου σφίγγουν το λαιμό.
*Ιστορία αφιερωμένη στην Ε.Χ. Την ευχαριστώ για την εμπιστοσύνη και την έμπνευση.Ταυτίζομαι σε πολλά σημεία με την ιστορία της. Εσείς;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου