Δευτέρα 21 Νοεμβρίου 2011

Θέτοντας όρια

Συχνά η λέξη οριοθέτηση φέρνει στο μυαλό τη σχέση ανάμεσα στους γονείς και τα παιδιά τους. Οι γονείς θέλουν να μάθουν να βάζουν όρια σε συμπεριφορές που θεωρούν ενοχλητικές ή κουραστικές. Η υπερκινητικότητα των παιδιών, η έλλειψη συγκέντρωσής τους, η απουσία συμμόρφωσης σε κανόνες εγείρουν το θέμα της οριοθέτησης.
Όταν θέτουμε όρια είτε στα παιδιά είτε σε φίλους ή άλλους, αξίζει να θυμόμαστε πρώτα τον εαυτό μας. Η οριοθέτηση ξεκινά από τον προσδιορισμό του δικού μας ζωτικού χώρου. Με άλλα λόγια, η επαναφορά στον εαυτό μας και η υπενθύμιση για το τι χρειαζόμαστε κάθε φορά από κάθε περίσταση, μας διευκολύνει να ζητήσουμε κάτι από τους άλλους (παιδιά, συνεργάτες, σύντροφο, σύζυγο, φίλους...). Αν λησμονούμε τις ανάγκες μας και δρούμε σύμφωνα με κανόνες ή στερέοτυπα, τότε η θέτηση ορίων δεν έχει αποτέλεσμα. Αντιθέτως, τα λόγια μας ηχούν σαν επιταγή ή διαταγή και μοιάζουμε με μικρούς (ή μεγάλους) εξουσιαστές. Στην προσπάθειά μας να εξουσιάσουμε τους άλλους και να τους συμμορφώσουμε, συναντούμε αντίσταση ή δυσφορία. Στη συνέχεια αναρωτιόμαστε γιατί ο άλλος δεν μας καταλαβαίνει. Η συσσώρευση τέτοιων διαταγών δημιουργεί δυσκολίες στη γενικότερη επικοινωνία μας. Ο βασικός φραγμός σε μια τέτοια αλληλεπίδραση είναι η έλλειψη προσωπικής τοποθέτησης.
Κάθε φορά που "τοποθετούμαι", καταθέτω στον άλλο το συναίσθημά μου και την επιθυμία μου. Η κατάθεση αυτή ενέχει την ειλικρίνεια και τη γνήσια έκφραση. Δεν στοχεύει στην αλλαγή του άλλου, αλλά στην προσωπική "περιχάραξη". Όταν, για παράδειγμα, λέω στον έφηβο γιο μου "Πρέπει να διαβάζεις, γιατί αλλιώς θα μείνεις στην τάξη" ή στην σύντροφό μου "Πάλι θα βγεις με τις φίλες σου;", δεν κάνω αναφορά για το πώς νιώθω εγώ και τι είναι αυτό που θέλω. Εστιάζω στον άλλο και προσπαθώ να του δείξω τι πρέπει να γίνει. Όταν τοποθετούμαι ως γονέας απέναντι στον έφηβο γιο μου, λέω: "Ανησυχώ με τον τρόπο που διαβάζεις. Πώς φαντάζεσαι την πορεία σου στο σχολείο; Με ποιο τρόπο θα σε βοηθήσει μετά από χρόνια η μελέτη των μαθημάτων σου τώρα; Με ενδιαφέρει να ακούσω πώς το σκέφτεσαι". Αντίστοιχα, η φράση προς την σύντροφό μου, γίνεται γνήσια και οριοθετημένη όταν της λέω "Θα ήθελα να μείνουμε μαζί σήμερα. Σε έχω επιθυμήσει" ή "Ζηλεύω λίγο όταν βγαίνεις μόνη σου".
Ο συνομιλητής μας αντιλαμβάνεται την τοποθέτησή μας και μας καταλαβαίνει καλύτερα. Αρχίζει να μαθαίνει τις πραγματικές μας ανάγκες και είναι πολύ πιθανό να συμβάλλει στην κάλυψή τους. Διαφορετικά προσπαθεί να αμυνθεί δικαιολογώντας τον εαυτό του.
Η οριοθέτηση αφορά πάνω από όλα τον εαυτό μας και σε δεύτερο επίπεδο σχετίζεται με τους ανθρώπους γύρω μας.

4 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

Η χαραξη των οριων ειναι πολυ σημαντική γιατι απο εκει ξεκινουν οι περισσοτερες τριβες. Εκτιμώ οτι για να καταλαβουμε τα ορια πρέπει να μπορούμε να μπούμε στη θέση του (ειδικα σε ένα ζευγαρι).Τότε μονο θα καταλαβουμε αν ο άλλος ή η άλλη ζηλευει, θυμωνει, εκνευριζεται. Διαφορετικά οδηγούμαστε σε διαλόγους του τύπου "δεν φταιω εγω που έκανα το "χ" αλλα εσυ που με... ωθησες να το κάνω".
Επιπλέον υπάρχουν και οι "κόκκινες" γραμμές που εχει ο κάθε ανθρωπος ανάλογα με τις αρχές του και τις οποίες ή τις δέχεσαι ή όχι εφοσον θες να εισαι με κάποιον ανθρωπο γιατι αυτες οριοθετουν τους πυλώνες της προσωπικοτητας του.
Σε ό,τι αφορά την αντιληψη του συνομιλητη μας για την τοποθετηση μας, τι γινεται οταν εμεις κανουμε την τοποθέτηση αλλα ο άλλος/η άλλη συνεχιζει να κανει του...κεφαλιού του ουσιαστικα μη δινοντας σημασια στην τοποθετηση μας??

Δημήτρης Μ.

Σταυρούλα Σανίδα είπε...

Δημήτρη,
Σε μια σχέση πράγματι βοηθά το να μπαίνουμε στη θέση του άλλου και να τον καταλαβαίνουμε. Αυτό που υπογραμμίζω σε αυτή την ανάρτηση είναι ότι είναι βασικό να μπούμε πρώτα στη δική μας θέση, να κατανοήσουμε πρώτα τα δικά μας συναισθήματα και στη συνέχεια να δημιουργήσουμε τις συνθήκες ώστε να καταλάβουμε τον άλλο. Αν στρεφόμαστε συνέχεια στον άλλο προσπαθώντας να δώσουμε εξηγήσεις στις πράξεις του ή κατηγορώντας ή διακαιολογώντας τις συμπεριφορές του, τότε δεν επικοινωνούμε. Θεωρώ ότι όταν κάποιος παίρνει ευθύνη να μιλήσει για το πώς νιώθει και για το πώς σκέφτεται, γίνεται κατανοητός στον άλλο. Σε περιπτώσεις δυσκολίας στην κατανόηση αξίζει να δούμε πρώτα πώς εκφραστήκαμε οι ίδιοι. Ακόμα κι αν ο άλλος συνεχίζει να κάνει τα δικά του, όπως λες, πρέπει κι εμείς να συνεχίζουμε σταθερά την πορεία της έκφρασής μας. Ο άλλος αντιλαμβάνεται αυτή τη σταθερότητά μας και εντέλει μας ακούει.
Ευχαριστώ για το σχόλιο!

iLiAs είπε...

αρθρο πολυ πολυ χρησιμο..για μενα :)

καλημερα :)

Σταυρούλα Σανίδα είπε...

Χαίρομαι iLiAs!
Είναι χρήσιμο για όλους μας!